iv. Μήπως, πλην άλλων, στη ραψωδία λ’ της Οδύσσειας, η φανταστική ως προς τη σύλληψη και ανυπέρβλητη ως προς την περιγραφή, θεόπνευστη αφήγηση του Κάτω Κόσμου που ο Οδυσσέας βρέθηκε με τη βοήθεια της Κίρκης (=μάγισσα) «στου τρίσβαθου του Ωκεανού τις άκρες εκεί που των Κιμμεριωτών είν’ ο λαός και η χώρα», που τον συμβουλεύτηκε για το μέλλον και την εκπλήρωση του νόστου της επιστροφής, στην πολυαγαπημένη του Ιθάκη.
Εκεί, στο φοβερό βασίλειο του Άδη και της σκληρής συνάμα Περσεφόνης «των πεθαμένων έδιωχνε τα αδύναμα κεφάλια, ως να ακουστεί του Τειρεσία ο λόγος». Εκεί, πρώτη ήρθε η ψυχή του Ελπήνορα, που τον προσφώνησε «Διογέννητε του Λαέρτη γιέ, πολύτεχνε Οδυσσέα» και σιμά η ψυχή της πεθαμένης μάνας «του αντρόψυχου του Αυτόλυκου (=αυτόφωνος) η θυγατέρα Αντίκλεια (=δοξασμένη) που την αφήκε ζωντανή σα μίσευε στην Τροία».
Και του Θηβαίου ήρθε σιμά η ψυχή του Τειρεσία και ο μέγας μάντης λάλησε κι’ αυτά τα λόγια του ’πε «Γλυκειά πατρίδα μελετάς θεόπεμπτε Οδυσσέα όμως σε μάχεται ο θεός θαρρώ πως δεν ξεφεύγεις του Κοσμοσείστη το θυμό για σένα μέσα του έχει και βράζει από τα μάνητα που τύφλωσες το γιό του. Μα πάλε όσα πολλά κι αν πάθεις,
αν θελήσεις, στην Ιθάκη την πατρίδα θα φτάσεις… Και θα βρεις μες το σπίτι σου μεγάλα κακοπάθια άντρες απόκοτους θα βρεις να καταλούν το βιός σου, με δώρα τ’ ωριό σου ταίρι να πάρουν, πασχίζουν πολεμώντας, όμως, γι΄ αυτό θα γδικιωθείς σου λέω εγώ σα φθάσεις στα παλάτια σου θα χαλάσεις τους μνηστήρες κι’ ο θάνατος θα σου ’ρθει όξω από τη θάλασσα ελαφρός και θα σε γλυκοπάρει μες τα καλά γεράματα, που ολόγυρα οι λαοί σου θα χαίρονται καλοτυχιά».
v. Στην εποχή του Σλήμαν, ο Όμηρος λογαριαζόταν σαν ανυπέρβλητος τραγουδοποιός ενός χαμένου κόσμου. Η αμφιβολία για την ύπαρξη του προσώπου συμβάδιζε με την αμφιβολία των πληροφοριών για την ύπαρξη της Τροίας και οι σοφοί εκείνης της εποχής ήταν πολύ μακριά από την τολμηρή διατύπωση αυτών που ονόμασαν τον Όμηρο, ως τον πρώτο πολεμικό ανταποκριτή.Η περιγραφή της Ασπίδας του Αγαμέμνονα με τη γοργόνα και της λαβής της που είχε τη μορφή τρικεφάλου φιδιού, των πολεμικών αρμάτων, των όπλων και των εργαλείων που περιγράφονται με κάθε λεπτομέρεια, δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την περιγραφή της τότε ελληνικής πραγματικότητας.
Όμως, μένει το ερώτημα, εάν υπήρξαν ή είχαν όντως εφευρεθεί με τη θεϊκή έμπνευση του Ομήρου, όλοι αυτοί οι ήρωες, ο Αχιλλέας (=αυτός που δεν τράφηκε με χιλόν=χλωρή τροφή) και ο Πάτροκλος (=δόξα τον πατέρα), ο Έκτορας (=κραταιός, σταθερός, προστάτης της πόλης) και ο Αινείας (=αξιέπαινος, εξυμνήσιμος) και τα κατορθώματά τους, οι φιλίες, το μίσος και η αγάπη τους καθώς και πολύχρονες φοβερές περιπέτειες του «ερμοπλανισμένου» Οδυσσέα (=πολυπαθής, οργισμένος), ώστε να φθάσει εντέλει στη γλυκειά πατρίδα του.
Μήπως το ερώτημα για μύθους δεν επιτείνεται, με τη σκέψη, ότι οι θεοί, κυρίως όμως οι ήρωες των ΟΜΗΡΙΚΩΝ ΕΠΩΝ, του κύριου ή ακόμη και του δεύτερου ρόλου, δεν λαμβάνουν τα ονόματά τους, με τον τρόπο που «εφευρέθηκαν» είτε βάσει του σκοπού τους και του σκοπού της ύπαρξής τους, είτε με τη θέση, τις ιδιότητες και του προορισμού που δίνεται στον καθένα τους, έτσι ώστε με την απομυθοποίησή τους να αποκαλύπτεται ποιος είναι ο πυρήνας της αλήθειας της ΙΛΙΑΔΑΣ και της ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ;
Νίνα Μαρίνη, φιλόλογος: Ραψωδία λ (Νέκυια ), Ο Οδυσσέας στον ‘Αδη
Η ραψωδία λ περιγράφει το ταξίδι του Οδυσσέα στον ‘Αδη και ονομάζεται Νέκυια από τη λέξη νέκυς που σημαίνει νεκρός. Νέκυια ονομαζόταν και η τελετή κατά την οποία οι άνθρωποι καλούσαν τους νεκρούς και ζητούσαν πληροφορίες για το μέλλον τους.
Η Κίρκη προτρέπει τον Οδυσσέα να κατεβεί στον Κάτω Κόσμο για να πάρει χρησμό από την ψυχή του μάντη Τειρεσία για το πώς θα γυρίσει στην Ιθάκη. Επιπλέον του δίνει οδηγίες πώς να φτάσει εκεί και πώς να φερθεί στους νεκρούς. Τέλος,όταν το καράβι του ξεκινά, στέλνει βοριά που το ταξιδεύει μέχρι τα πέρατα του Ωκεανού. Ας σημειωθεί ότι κατά την Ομηρική εποχή, οι άνθρωποι πίστευαν ότι ο Ωκεανός ήταν ο μεγάλος ποταμός που περιέβρεχε τη Γη. Όταν έφθασαν εκεί, σταμάτησαν στη χώρα των Κιμμερίων, όπου βασιλεύει το σκοτάδι.
Σύμφωνα με τις οδηγίες της Κίρκης, ο Οδυσσέας ακολουθεί το ρεύμα του Ωκεανού και φτάνει στις Πύλες του ‘Αδη, όπου κάνει νεκρικές σπονδές και θυσιάζει ζώα. Τότε πολλές ψυχές νεκρών έλκονται από το αίμα (ουσιώδες στοιχείο της ζωής) και πλησιάζουν αλλά ο Οδυσσέας δεν αφήνει να πιουν. Πρώτα πρέπει να πιει ο Τειρεσίας. Όταν εκείνος εμφανίζεται, αφού πρώτα ήπιε, προφητεύει στον ήρωα όσα θ ακολουθήσουν στο ταξίδι του μέχρι την Ιθάκη αλλά και μετά την άφιξή του εκεί. Όπως είναι αναμενόμενο, ο μάντης μιλά διφορούμενα και με ενδεχόμενα.
Ο Οδυσσέας συναντά επίσης τον Ελπήνορα, που του ζητά να γυρίσει πίσω στην Αία και να θάψει το σώμα του αλλά αναμφίβολα η τρίτη συνομιλία του ήρωα με τη μητέρα του, την Αντίκλεια είναι η πιο συναισθηματικά φορτισμένη. Είναι σπαρακτική. Από εκείνη μαθαίνει για την κατάσταση που επικρατεί στο παλάτι του, για τη γυναίκα και το γιο του, για τον πατέρα του και τέλος η Αντίκλεια του αποκαλύπτει ότι ο καημός της για εκείνον ήταν η αιτία του χαμού της. Ο Οδυσσέας ,μάταια προσπαθεί να αγκαλιάσει τη μητέρα του. Οι σκιές δεν πιάνονται
Μετά την Αντίκλεια ακολουθεί ένας μεγάλος αριθμός γυναικών,που η μια ακολουθεί την άλλη σαν σε έναν ατέρμονο χορό.
Στο σημείο αυτό ο Οδυσσέας σταματά την αφήγησή του στους Φαίακες και δέχεται το θαυμασμό και τον έπαινο πρώτα από την Αρήτη και μετά από τον Αλκίνοο, που επαινεί τον τρόπο που ο ήρωας αφηγείται σαν να είναι ο ίδιος αοιδός. Έτσι ο Οδυσσέας συνεχίζει και αναφέρει τη συνάντηση με τρεις φίλους - συμπολεμιστές από τον πόλεμο της Τροίας. Ο Αγαμέμνων πρώτος αναφέρει τον τρόπο δολοφονίας του και εκφράζει την καχυποψία του για τις γυναίκες. Ακολουθεί ο Αχιλλέας που δηλώνει πως θα προτιμούσε να ζει άσημος ανάμεσα στους ζωντανούς παρά να είναι ο πιο δοξασμένος ανάμεσα στους νεκρούς και ζητά εναγωνίως να μάθει για το γιο του. Τέλος ο Αίαντας παραμένει πικραμένος και δεν δέχεται τη συμφιλίωση με τον Οδυσσέα.
Στη συνέχεια συναντά ένα πλήθος ονομαστών ανδρών με τελευταίο τον Ηρακλή και ακολούθως ανεβαίνει στο καράβι με τους συντρόφους του και παίρνουν το δρόμο του γυρισμού.
Η κάθοδος στον Άδη θεωρείται ο μεγαλύτερος άθλος που μπορεί να πραγματοποιήσει ένας ήρωας. Ως εκ τούτου πρόκειται για μια δοκιμασία οριακή για τον Οδυσσέα ,κυρίως πνευματική.
Ο ποιητής της Οδύσσειας τοποθετεί τον Άδη στα πέρατα της Γης, κοντά στη χώρα που τη σκεπάζει νέφος πυκνό, εκεί που οι ψυχές βρίσκονται στα βάθη του ερέβους. Εντούτοις δεν λείπουν οι αναφορές, στην Οδύσσεια, για τον Άδη που βρίσκεται κάτω από τη γη. Οι νεκροί, υπάρξεις χωρίς σώμα, χωρίς συνείδηση και μνήμη λαχταρούν να πιουν αίμα και τότε ξαναβρίσκουν τη συνείδησή τους. Αποκτούν συναισθήματα και νιάζονται για τους δικούς τους ανθρώπους. Ο Οδυσσέας φτάνει εκεί για να πάρει οδηγητικό χρησμό από τον Τειρεσία. Οι προβλέψεις του εμπεριέχουν προειδοποιήσεις, προϋποθέσεις και όχι μόνο βεβαιότητες. Επίσης η προφητεία του Τειρεσία συνδέει την ‘’Κυκλώπεια‘’, τη ''Θρινακία'' και τη ''Μνηστηροφονία'' και προχωρεί μετά και από το τέλος του έπους. Οι πληροφορίες που δίνει η Αντίκλεια λειτουργούν συμπληρωματικά σε σχέση με το χρησμό του Τειρεσία. Αν ο Τειρεσίας δίνει οδηγίες, η Αντίκλεια πληροφορεί. Παρά τη συναισθηματική φόρτιση ενημερώνει το γιο της για την κατάσταση στην Ιθάκη και τους αγαπημένους του.
Οι συνομιλίες του ήρωα με τους συντρόφους του από τον πόλεμο καταδεικνύουν την αγάπη για τη ζωή και αποκαλύπτουν την ομηρική αντίληψη για τη σχέση ζωής-θανάτου. Στη Νέκυια ολοκληρώνεται και η περιγραφή του Κάτω Κόσμου με τις όποιες αντιφάσεις αυτή εμπεριέχει.
Τέλος ας σημειωθεί ότι ο Οδυσσέας αφηγείται τις περιπέτειές του δημόσια, μπροστά σε ακροατήριο, με τον ίδιο τρόπο που, μάλλον, και οι αοιδοί θα παρουσίαζαν τα έργα τους. Οι ακροατές ακούν μαγεμένοι και ο Αλκίνοος, συνεπαρμένος, επαινεί τον Οδυσσέα με τον μεγαλύτερο έπαινο αφού τον εξομοιώνει με τους βέλτιστους αοιδούς και με αυτόν τον τρόπο ο ήρωας αποκτά άλλη μια ιδιότητα-αρετή, εκείνη του αφηγητή.
Θανάσης Μουσόπουλος, Φιλόλογος - Συγγραφέας - Ποιητής: Νέκυια , το ταξίδι μεταξύ ζωής και θανάτου…
Ο Όμηρος αποτελεί ένα κομβικό σημείο στην εξέλιξη του πολιτισμού, ένα μεταίχμιο. ‘Ενα ποτάμι, αλλά και μία γέφυρα. Κουβαλά πράγματα από το παρελθόν, γίνεται όμως και η βάση για να προχωρήσει ο κόσμος ο ελληνικός, ο ευρωπαϊκός, ο παγκόσμιος. Η σχέση θεών και ανθρώπων είναι το κυρίαρχο μοτίβο στον ρου της ιστορίας.
Η λ΄ ραψωδία της Οδύσσειας, η επονομαζομένη Νέκυια, εγκολπώνει το βασικό θέμα της σύνδεσης μεταξύ ζωής και θανάτου.
Θα λέγαμε ότι η ραψωδία αυτή είναι τμήμα μιας ευρύτερης σειράς μετακινήσεων. Όπως σημειώνει, μάλιστα, η Jacqueline de Romilly «Οι ραψωδίες ι έως μ αποτελούν πράγματι τις «Αφηγήσεις» του Οδυσσέα. Παράξενες και θαυμαστές περιπέτειες ανακαλούνται, που ανάγονται στο είδος του παραμυθιού. Οι κυριότερες είναι οι περιπέτειές του στους Κύκλωπες (ι), στο νησί του Αιόλου, στη χώρα των Λαιστρυγόνων, στο νησί της Κίρκης (κ), στον Άδη (λ), με τις Σειρήνες και με τα κοπάδια του Ήλιου (μ)».
Στο ίδιο πλαίσιο ο Ι. Θ. Κακριδής, αγαπημένος καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, παρατηρεί ότι «Η κατάβαση στον Άδη, ως αποκορύφωση μιας σειράς μεγάλων κατορθωμάτων, είναι θέμα μεταφερμένο από την παλιότερη ανατολίτικη ποίηση. Μόνο ένας Έλληνας όμως μπορούσε να δώσει τόσο ζεστό, τόσο ανθρώπινο περιεχόμενο σε μια τέτοια σκηνή». Σημειώνει επίσης ότι «Μέσα στις δοκιμασίες που πέρασε ο Οδυσσέας στη δεκάχρονη περιπλάνησή του, μια από τις πιο μεγάλες στάθηκε το κατέβασμά του στον Άδη […] Βρίσκεται στα πέρατα του Ωκεανού, στην τελείωση του κόσμου. Εκεί ζούσε ένας λαός δυστυχισμένος, οι Κιμμέριοι, που δε βλέπουν ποτέ τους ήλιο και φως, μόνο ζουν στο σκοτάδι πάντα».
Ο Όμηρος απηχεί τις αντιλήψεις και τις απόψεις της εποχής του. Δεν τον θεωρώ μόνο πρώτο λογοτέχνη αλλά και πρώτο φιλόσοφο. Η ραψωδία λ΄ αποτελεί ένα προδρομικό κεφάλαιο βιοσοφίας.
Θα αναφέρουμε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τη συνάντηση του Οδυσσέα με τον Αχιλλέα. Όταν ο Οδυσσέας μακαρίζει τον Αχιλλέα «που γλιτωμένος πια από τα βάσανα της ζωής βρίσκεται στον Άδη, τιμημένος και δοξασμένος πάντοτε», ο Αχιλλέας του απαντά με τρόπο που αποτυπώνει όλη τη φιλοσοφία του ομηρικού κόσμου. Κατά τη διατύπωση του μεγάλου ομηριστή Ι. Θ. Κακριδή, ο Αχιλλέας διακηρύσσει: «Καλύτερα σκλάβος στον Απάνω Κόσμο παρά βασιλιάς στον Κάτω. Αυτή η απόλυτη κατάφαση της ζωής - και με τα τόσα της βάσανα - και το μίσος του θανάτου παίρνουν ακόμα πιο μεγάλη σημασία, μόλις προσέξουμε πως ο λόγος βγαίνει από το στόμα του Αχιλλέα, που όσο ζούσε, όταν οι θεοί τον έβαλαν μπροστά στο δίλημμα: τιμημένος γρήγορος θάνατος ή μακριά και άδοξη ζωή, εκείνος προτίμησε αδίσταχτα το πρώτο».
Συχνά λέμε ότι τα ομηρικά έπη ήταν το Ευαγγέλιο των αρχαίων Ελλήνων, εννοώντας ότι οι θρησκευτικές απόψεις του Ομήρου συνδέονται με το παρελθόν και το μέλλον. Όπως σημειώνει, μάλιστα, ο Αγαπητός Τσοπανάκης:
«Στην ομηρική θρησκεία τα κατάλοιπα προέρχονται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και συνήθειες που βρήκαν οι ινδοευρωπαϊκοί λαοί όταν έφθασαν στην Ελλάδα φέρνοντας μαζί τους τις δικές τους […] Ο ομηρικός άνθρωπος πιστεύει στην ύπαρξη της ψυχής και στον αποχωρισμό της από το σώμα μετά τον θάνατο καθώς και στην εγκατάστασή της στον Άδη».
Στον Κάτω Κόσμο ο αρχαίος Έλληνας δεν περιμένει ούτε τη μέλλουσα κρίση ούτε την αμοιβή για τις καλές πράξεις. «Παράδεισος δεν υπάρχει γι’ αυτόν» όπως λέγει ο Κακριδής. Ο Stephen Clark, μιλώντας για την Αρχαία Φιλοσοφία γενικότερα, σημειώνει ότι «οι νεκροί κείνται κάτω από τη γη, αλλά και στον κόσμο των ονείρων και σε ένα μακρινό παράδεισο».
Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι κινούνται στον δρόμο που χάραξε ο Όμηρος. Με την πάροδο του χρόνου, καθώς διαμορφώνονται νέες συνθήκες, παρόλο που υπάρχει γενικότερη εξέλιξη, η βάση είναι η ομηρική αντίληψη.
Να σημειώσουμε ότι ο Όμηρος κινήθηκε στο χώρο που γεννήθηκε τον 6ο αιώνα και αναπτύχθηκε ο ελληνικός φιλοσοφικός στοχασμός , από τη μια στη Mικρά Aσία και από την άλλη στη Nότια Iταλία και Σικελία.
Ο Όμηρος στάθηκε «αιώνιος δάσκαλος». Ενώ δεν υπήρχε διάκριση στα διάφορα είδη λόγου, διάκριση ανάμεσα στη λογοτεχνία και στη φιλοσοφία, ο Όμηρος είχε ενιαία αντίληψη του λογου. Δεν είναι τυχαίο ότι στην κλασική εποχή όλα ξεκινούν από τον ομηρικό κόσμο.
Όλες τούτες οι σκέψεις - θέσεις ξεκινούν από τη μελέτη της ραψωδίας λ΄ της Οδύσσειας, ένα ταξίδι μεταξύ ζωής και θανάτου
ΞΑΝΘΗ, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2022
- Α.Γ.Τσοπανάκης, «Εισαγωγή στον Όμηρο», Θεσσαλονίκη, 1967
- Jacqueline de Romilly «Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία», μετάφραση Θεώνη Χριστοπούλου - ΜΙκρογιαννάκη. Εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1988
- Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, επιμέλεια Anthony Kenny, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα, 2005 - κεφάλαιο του Stephen Clark «Αρχαία Φιλοσοφία»
ΕΙΚΟΝΑ: 'Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΣΤΟΝ ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟ', από την εργασία του Κωνσταντίνου Καμπάνη για το ‘’Φανταστικό της Οδύσσειας’’.
Σχετικά άρθρα:
Ραψωδία λ’ - O ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟΣ, https://homericithaca.com/threads/159/.
Ραψωδία λ΄ - HYPOGEUM, ένας τεράστιος υπόγειος χώρος στη Μάλτα, που ενέπνευσε τον Όμηρο να τοποθετήσει τον Κάτω Κόσμο σε γήινη διάσταση, https://homericithaca.com/threads/183/.
Ραψωδία λ΄ - ΚΑΘΟΔΟΣ ΣΤΟΝ ΑΔΗ (ΝΕΚΥΙΑ). Ιωάννης Κλάππας, Νίνα Μαρίνη, Θανάσης Μουσόπουλος (τρεις μελέτες), https://homericithaca.com/threads/160/.
Ραψωδία λ' - Ο Οδυσσέας συναντάει στον άλλο (Κάτω) Κόσμο, δυο κορυφές της μυθολογίας, τον Αχιλλέα και τον Ηρακλέα, https://homericithaca.com/threads/139/.
Ραψωδία λ' - Ο Οδυσσέας συναντάει αναπάντεχα τη μάνα Αντίκλεια στον Κάτω Κόσμο, https://homericithaca.com/threads/138/.
Ραψωδία λ': Αρχαίο κείμενο - Νεοελληνική απόδοση, https://homericithaca.com/threads/122/.
Ραψωδία λ΄: Περίληψη, https://homericithaca.com/threads/94/.