Δεν καταλαβαίνω, ποια εποχή, κάποιοι παρανόησαν και νόμιζαν και παραπληροφόρησαν τον κόσμο ότι ο Κύκλωψ είχε ένα μάτι. Τέτοια τέρατα δεν έχει αποκαλύψει ακόμα η Παλαιοντολογία.
γλήνης καιομένης, σφαραγεῦντο δὲ οἱ πυρὶ ρίζαι. ..."
Ομήρου Οδύσσεια ι' 389-390
... Όλα γύρω τα βλέφαρα αμφί κι όλα τα φρύδια τα σκέπασε η κάπνα
της γλύνας που καιγόταν, κι οι ρίζες τσιτσιρίζανε απ’ τη φωτιά. ...
Ο Όμηρος, πουθενά στα έπη δεν διαφαίνεται ως σαδιστής !
Λίγες ώρες πριν ο Οδυσσέας είχε ανακαλύψει το μέγα ρόπαλο χλωρό, ίσα μ' ένα κατάρτι, από το οποίο απέκοψε το παλούκι μήκους μιας οργιάς, που θα έχωνε στο μάτι του Κύκλωπα:
ἥδε δέ μοι κατὰ θυμὸν ἀρίστη φαίνετο βουλή.
Κύκλωπος γὰρ ἔκειτο μέγα ῥόπαλον παρὰ σηκῷ,
χλωρόν ἐλαΐνεον· τὸ μὲν ἔκταμεν, ὄφρα φοροίη
αὐανθέν. Τὸ μὲν ἄμμες ἐίσκομεν εἰσορόωντες
ὅσσον θ’ ἱστὸν νηὸς ἐεικοσόροιο μελαίνης,
φορτίδος εὐρείης, ἥ τ’ ἐκπεράᾳ μέγα λαῖτμα·
τόσσον ἔην μῆκος, τόσσον πάχος εἰσοράασθαι.
Τοῦ μὲν ὅσον τ’ ὄργυιαν ἐγὼν ἀπέκοψα παραστὰς
καὶ παρέθηχ’ ἑτάροισιν, ἀποξῦσαι δὲ κέλευσα. ..."
Ομήρου Οδύσσεια ι' 317-326
... πώς να εκδικηθώ, κι ευχόμουνα η Αθηνά σ’ εμένανε να δώσει.
Και τούτη μου εφαίνετο μες στην ψυχή η άριστη απόφαση.
Διότι μέγα ρόπαλο προς τον σηκό βρισκότανε του Κύκλωπα
από ελιά χλωρό· και το απέκτησε αυτό, να το κρατά
σαν ξεραθεί. Και τούτο εκτιμούσαμε εμείς κοιτάζοντας καλά
κι όσο κατάρτι καραβιού με είκοσι κουπιά
μεγάλης φορτηγίδας, κι η που μεγάλα πλάτη διασχίζει·
τόσο ήτανε στο μήκος, τόσο φαινότανε στο πάχος.
Κι εγώ από αυτό όση οργιά απέκοψα στεκόμενος κοντά
και στους συντρόφους το παρέδωσα, και ν’ αποξύσουν τους διέταξα. ...
Και ερχόμαστε πάλι στην επίμαχη στιγμή της τύφλωσης και πόσο αδιάβαστοι, από Οδύσσεια ήταν οι αρχαίοι μας πρόγονοι της κλασσικής αρχαιότητας. Δείτε εδώ χάλι αδιόρθωτο. Το μέγα ρόπαλο ολόκληρο και όχι σε μήκος μιας οργιάς και ο Κύκλωψ καθιστός... Το παλούκι στο μάτι του ήταν μόνο μια οργιά και τοποθετήθηκε κάθετα σαν κατάρτι, όπως ήταν ανάσκελα:
ὀφθαλμῷ ἐνέρεισαν· ἐγὼ δ’ ἐφύπερθεν ἐρεισθεὶς
δίνεον, ὡς ὅτε τις τρυπῷ δόρυ νήιον ἀνὴρ
τρυπάνῳ, οἱ δέ τ’ ἔνερθεν ὑποσσείουσιν ἱμάντι
ἁψάμενοι ἑκάτερθε, τὸ δὲ τρέχει ἐμμενὲς αἰεί.
Ὧς τοῦ ἐν ὀφθαλμῷ πυριήκεα μοχλὸν ἑλόντες
δινέομεν, τὸν δ’ αἷμα περίρρεε θερμὸν ἰόντα. ..."
Ομήρου Οδύσσεια ι' 382-388
... Ετούτοι μεν σηκώνοντας το ξύλο της ελιάς, το μυτερό στην άκρη
μπήξαν στο μάτι· εγώ δε πάνω αφού κρεμάστηκα
το γύριζα, σαν ξύλινο εξάρτημα που ναύτης το τρυπά
με το τρυπάνι, κι άλλοι τραβούν 'πο κει ιμάντα από κάτω
“παίζοντας” ρυθμικά, και τούτο τρέχει πάντοτε χωρίς να σταματά.
Όπως σ’ αυτόν το καυτερό παλούκι μες στο μάτι
γυρίζαμε, το αίμα αυτού και έρρεε επάνω του θερμό. ...
Ο Αίολος είναι στη Filfla της Μάλτας και όχι στα Λιπάρια νησιά της Ιταλίας.
Από τον Αίολο, κοντά στα Λιπάρια νησιά βορείως της Σικελίας, κατευθύνθηκαν αρχικά στην Ιθάκη κατ’ ευθείαν και με δυτικό άνεμο. Ενώ άνοιγαν τον ασκό, έβλεπαν το χώμα της πατρίδας και μετά ο άνεμος τους ξαναέφερε πίσω στον Αίολο. Από εκεί που τοποθετείται στον χάρτη ο Αίολος, πώς θα πάει στην Ιθάκη κατ’ ευθείαν; Η Σκύλλα και η Χάρυβδη απεργούν; Και στην επιστροφή, πώς βρήκαν την «τρύπα» της Μεσσήνας, 12 πλοία, κακήν κακώς; Η Σκύλλα και η Χάρυβδη αυτή τη φορά είχαν στάσεις εργασίας;
Η δική μας εισήγηση επί του θέματος
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ επί της ραψωδίας κ'
κ' 137 556 | 31 41 50 60 123 -139 164 177 198 203 208 211 233 238 247 253 264 266 272 290 295 301 303 311 315 322 327 439 467 479 510 516 530 533 538 553 -557 566 | "... ἔνθ’ ἐμὲ μὲν γλυκὺς ὕπνος ἐπήλυθε κεκμηῶτα, ..." Η λέξη κάματος και η προέλευσή της: "...κεκμηῶτα ..." "... ληίδος, ἡμεῖς δ’ αὖτε ὁμὴν ὁδὸν ἐκτελέσαντες ..." "... ὁμὴν ..."= την ίδιαν = ομού "... ἐγρόμενος κατὰ θυμὸν ἀμύμονα μερμήριξα, ..." "... ἐγρόμενος ...", η προέλευση της λέξης αγουροξυπνημένος. "... βῆν εἰς Αἰόλου κλειτὰ δώματα· τὸν δὲ κίχανον ..." O Don Quijote του Θερβάντες, αναζητά και ταξιδεύει με σκοπό να συναντήσει τη Dulci-νέα "... ἀνδρῶν τ’ ὀλλυμένων νηῶν θ’ ἅμα ἀγνυμενάων· ..." "... ὀλλυμένων ...." = χαμένων μέσα σε αλλαλαγμούς και, "... ἀγνυμενάων ...", πιθανόν η προέλευση της λέξης αγνοουμένων . "... αὐτοκασιγνήτη ὀλοόφρονος Αἰήταο· ἄμφω δ’ ἐκγεγάτην φαεσιμβρότου Ἠελίοιο μητρός τ’ ἐκ Πέρσης, τὴν Ὠκεανὸς τέκε παῖδα. ..." Ομηρική ανάλυση περί άλλων θρησκειών "... Τῷ δ’ ἐγὼ ἐμβαίνων δόρυ χάλκεον ἐξ ὠτειλῆς ..." "... ἐξ ὠτειλῆς ..." = από την πληγή. "... μνησόμεθα βρώμης, μηδὲ τρυχώμεθα λιμῷ.” ..." "... τρυχώμεθα λιμῷ ..." = μας έτρωγε η πείνα. Δηλαδή από το τρύχομαι προέρχεται το 'τρώγομαι'; "... Ὧς ἐφάμην, τοῖσιν δὲ κατεκλάσθη φίλον ἦτορ ...''' Με λίγα λόγια, "τά 'κλασαν" από το φόβο τους, όπως και στον στίχο 566 "... Αὐτὰρ ἐγὼ δίχα πάντας ἐυκνήμιδας ἑταίρους ..." "... ἐυκνήμιδας ..." σημαίνει μάλλον ότι οι σύντροφοι είναι σε παράταξη φορώντας κνημίδες. "... βῆ δ’ ἰέναι, ἅμα τῷ γε δύω καὶ εἴκοσ’ ἑταῖροι ..." Μαζί με τον Οδυσσέα και τον Ευρύλοχο το πλήρωμα ήταν σαράντα έξη (46). "... ξεστοῖσιν λάεσσι, περισκέπτῳ ἑνὶ χώρῳ· ..." Η περιγραφή αυτή αποκαλύπτει πως το παλάτι της Κίρκης ήταν ένα μεγαλιθικό μνημείο όπως η Mnaidra ! "... Εἷσεν δ’ εἰσαγαγοῦσα κατὰ κλισμούς τε θρόνους τε, ..." Εἷσεν ... κατὰ = κατὰ - Εἷσεν = Κάθισε "... ῥάβδῳ πεπληγυῖα κατὰ συφεοῖσιν ἐέργνυ. ..." "... ῥάβδῳ πεπληγυῖα ..." δεν σημαίνει κατ' ανάγκην μαγικό ραβδί, αλλά γενικά υποτίμηση. "... κῆρ ἄχεϊ μεγάλῳ βεβολημένος· ἐν δέ οἱ ὄσσε ..." "... βεβολημένος ..." = αποσβολωμένος, ενώ ο Ομηρικός τύπος θυμίζει το επί το λαϊκότερον: 'πυροβολημένος' = βεβλημένος "... ξεστοῖσιν λάεσσι, περισκέπτῳ ἐνὶ χώρῳ ..." Βρισκόμαστε σε κάποιο μεγαλιθικό στην Cirkewwa. Malta και πάλι Μάλτα. Εδώ φανταζόμαστε κάτι σαν τη Mnaidra ! "... Αὐτὰρ ὅ γ’ ἀμφοτέρῃσι λαβὼν ἐλλίσσετο γούνων ..." "... ἐλλίσσετο ..." , από αυτό: "...τ' ἐλλίσσετο ...", και τελικά: Τυλίχτηκε... "... “Μή μ’ ἄγε κεῖσ’ ἀέκοντα, διοτρεφές, ἀλλὰ λίπ’ αὐτοῦ· ..." Μη με τραβάς, ",... Μή μ’ ἄγε ...." και από αυτό η λέξη μάγισσα ! "... ἔσθων καὶ πίνων κοίλῃ παρὰ νηὶ μελαίνῃ· ..." Εδώ, με λεπτούς λογοτεχνικούς χειρισμούς, ο Όμηρος, με τη λέξη "... κοίλῃ ..." υπονοεί ότι γύρω από φωτιά έτρωγαν και έπιναν. "... Τεύξει τοι κυκεῷ, βαλέει δ’ ἐν φάρμακα σίτῳ. ..." Ο κυκεών είναι μια συσκευή που χτυπάμε 'κυκ...' το μείγμα γύρω - γύρω, '...εών', δηλαδή ανακατεύουμε "... Κίρκῃ ἐπαῖξαι, ὥς τε κτάμεναι μενεαίνων. ..." Ο Ερμής λέει στον Οδυσσέα να επιτεθεί στην Κίρκη: "... ἐπαῖξαι ...", δηλαδή 'να της 'την πέσει'. "... μή σ’ ἀπογυμνωθέντα κακὸν καὶ ἀνήνορα θείῃ.” ..." "... ἀνήνωρ ..."= ανίκανος σεξουαλικά. "... ἐκ γαίης ἐρύσας καί μοι φύσιν αὐτοῦ ἔδειξεν. ..." Την "... φύσιν αὐτοῦ ...". Όπως το λέμε και σήμερα. "... ἔνθα στὰς ἐβόησα, θεὰ δέ μοι ἔκλυεν αὐδῆς. ..." Δεν αποκλείεται η λέξη εβόγκηξα να προέρχεται από αυτό εδώ το "... ἐβόησα ..." "... καλοῦ δαιδαλέου· ὑπὸ δὲ θρῆνυς ποσὶν ἦεν· ..." Δαίδαλον σημαίνει σκαλισμένο και Δαίδαλος είναι αυτός που σκαλίζει (στο ξύλο) έργα τέχνης. "... Κίρκῃ ἐπήιξα, ὥς τε κτάμεναι μενεαίνων. ..." Ο Οδυσσέας επιτίθεται στην Κίρκη και περιγράφει: "... ἐπήιξα ...", δηλαδή 'της 'την επεσα'. "... οὐδὲ γὰρ οὐδέ τις ἄλλος ἀνὴρ τάδε φάρμακ’ ἀνέτλη, ..." "... οὐδὲ γὰρ οὐδέ τις ...". Διπλή άρνηση, σύγχρονος πλεονασμός. "... σπασσάμενος τανύηκες ἄορ παχέος παρὰ μηροῦ, ..." "... μάχ' ἄορ ..." = ξίφος μάχης = μαχαίρι "... Ἔνθα μὲν ἤματα πάντα τελεσφόρον εἰς ἐνιαυτὸν· ..." "... τελεσφόρον ...". Λέμε τελεσφόρησαν οι ενέργειες, φτάσαμε στο τέλος. Ηώς-φόρος, το τέλος της νύχτας, Εωσφόρος. "... οἱ μὲν κοιμήσαντο κατὰ μέγαρα σκιόεντα ..." Οι σύντροφοι κοιμούνται επιτέλους κάτω από στέγη, αντίθετα με το παρελθόν που κοιμόντουσαν πάντα στο ύπαιθρο. "... μακραί τ’ αἴγειροι καὶ ἰτέαι ὠλεσίκαρποι, ..." "... ὠλεσίκαρποι ...", όπως και οι νεκροί, χωρίς καρπό. "... ἔνθα δ’ ἔπειθ’, ἥρως, χριμφθεὶς πέλας, ὥς σε κελεύω, ..." "... χριμφθεὶς ..." = αφού στριμωχθείς. Ηχητικό ρήμα, το οποίο αναδεικνύει και τους θορύβους της τριβής ! "... ψυχαὶ ἐλεύσονται νεκύων κατατεθνηώτων. ..." Η προέλευση του ονόματος ΕΛΕΥΣΙΣ ή ΕΛΕΥΣΙΝΑ, τόπος όπου προσκαλούσαν τις ψυχές ... "... δείραντας κατακῆαι, ἐπεύξασθαι δὲ θεοῖσιν, ..." ...Θα ευχηθεί επιπλέον, θα κάνει επαυξημένες προσευχές για τους θεούς. "... Ἔνθα τοι αὐτίκα μάντις ἐλεύσεται, ὄρχαμε λαῶν, ..." ... Είναι "... ὄρχαμος λαῶν ...", γιατί ο Οδυσσέα κάνει την υπέρβαση να κατέβει στον Κάτω Κόσμο ! "... ἄλκιμος ἐν πολέμῳ οὔτε φρεσὶν ᾗσιν ἀρηρώς ..." Από το "... φρεσὶν...ἀρηρώς ..." το τετρηρώς και συνεπώς αυτό που λέμε 'τα έχει τετρακόσια' "... Κινυμένων δ’ ἑτάρων ὅμαδον καὶ δοῦπον ἀκούσας ἐξαπίνης ἀνόρουσε καὶ ἐκλάθετο φρεσὶν ᾗσιν ..." "... δοῦπος ...", ο γδούπος και από το "... ἀνόρουσε ..." το ἀνόρο-ξύπνησε ή αγουροξύπνησε. "... Ὧς ἐφάμην, τοῖσιν δὲ κατεκλάσθη φίλον ἦτορ· ..." Με λίγα λόγια, "τά 'κλασαν" από το φόβο τους, όπως και στον στίχο198 |