Ήταν Τάφιος ο Λαέρτης; - ΦΑΡΣΑ, Φάρσα ἁλός (Φάρσαλα), Φάρισα και ΚΟΥΡΟΥΚΛΑΤΑ είναι ονομασίες Ομηρικής προέλευσης
Ο Όμηρος είναι υιός του Τηλεμάχου - Ξημέρωμα στη λίμνη Καϊάφα...
«... Κοῦροι ἐμοὶ μνηστῆρες, ἐπεὶ θάνε δῖος Ὀδυσσεύς,
μίμνετ᾿ ἐπειγόμενοι τὸν ἐμὸν γάμον, εἰς ὅ κε φᾶρος
ἐκτελέσω, μή μοι μεταμώνια νήματ᾿ ὄληται,
Λαέρτῃ ἥρωι ταφήιον, εἰς ὅτε κέν μιν
μοῖρ᾿ ὀλοὴ καθέλῃσι τανηλεγέος θανάτοιο,
μή τίς μοι κατὰ δῆμον Ἀχαιϊάδων νεμεσήσῃ.
αἴ κεν ἄτερ σπείρου κεῖται πολλὰ κτεατίσσας. ...»
Η Πηνελόπη ξεγελάει τους μνηστήρες της:
... Αφού Οδυσσέας πέθανε, μνηστήρες νεαροί μου
τον γάμο μου μη βιάζεστε, μέχρι ένα πανί
πλέξω, μη μου χαλάσουνε ζουζούνια τις κλωστές,
για τον Λαέρτη τον Ταφιό, τον ήρωα σαν έλθει
η μοίρα του αλύπητου τον ρίξει του θανάτου,
μη με μισήσει Αχαιών καμιά γριά στην πόλη,
πως κείται δίχως σάβανο κι ας είχε πολλά αποκτήσει ...
Οδύσσεια β' 96-102
Άρα τα αντίστοιχα κοψίματα στα βράχια κάτω από τα Φάρσα στη ΓΥΡΑ, έδωσαν το όνομα στο χωριό. Όχι Φάρη αλλά ιδιωματικά ΦΑΡΣΑ, από το θάρρος ή θάρσος (παράγωγο θράσος). Πάντως η μεγάλη κατολίσθηση αριστερά από τα Κουρουκλάτα, όπως φαίνεται από το Ληξούρι, μοιάζει με ΚΟΥΡΟ της Αρχαϊκής περιόδου, χωρίς όμως κεφάλι!
Από αυτό το τοπίο προήλθε η ονομασία Φάρσα ἁλός (Φάρσαλα), δηλαδή φαγώματα του βράχου όπως στις ακτές.
Το ΤΑΦΗΙΟΝ πρέπει, αφού καταργήθηκαν τα κεφαλαία, να γράφτηκε με μικρό ταυ (κακώς) ως επίθετο του “φάρος”. Το ΤΑΦΗΙΟΝ ΦΑΡΟΣ, είναι το ρούχο του τάφου ή σάβανο... Όμως ΣΑΒΑΝΟ λίγο μετά είναι όπως βλέπουμε το “ΣΠΕΙΡΟΝ” (102 ἄτερ σπείρου = χωρίς σάβανο).
Στην υποδοχή όμως του Τηλέμαχου (ραψωδία π΄) από τον ξαφνιασμένο Εύμαιο (ΤΑΦΩΝ), πολύ αργότερα και όταν συναντήθηκαν στη στάνη, παρουσία του μεταμορφωμένου σε ζητιάνο Οδυσσέα, διαπιστώνουμε ότι το Ταφήιον έχει άλλη έννοια.
ΤΑΦΙΟΙ ήταν πειρατές (από το ταφών = ξαφνιασμένος, μάλλον σαλταδόροι) από τους οποίους όπως διαπιστώνουμε κατάγεται και ο Λαέρτης. Και πράγματι πριν την ώρα του θανάτου έρχεται στο μυαλό η ανάμνηση της καταγωγής.
ΤΑΦΟΣ όπως λέμε ΠΑΦΟΣ. Άρα η μετάφρασή μας είναι σωστή.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Οι Τάφιοι είναι και πρόγονοι των Ιθακησίων, και συγχρωτίζονται με την Ομηρική Ιθάκη. Και επειδή η καταγωγή είναι κάτι ΙΕΡΟ, γι’ αυτό και η Αθηνά πρωτομεταμορφώνεται στον ΗΓΕΤΗ των Ταφίων τον ΜΕΝΤΗ.
Η διαδρομή για έναν πεζό από την επικράτεια των Ταφίων στο άστυ της Ιθάκης.
«...Τηλέμαχ', ἤδη μέν τοι ἐυκνήμιδες ἑταῖροι
ἥατ᾿ ἐπήρετμοι τὴν σὴν ποτιδέγμενοι ὁρμήν,
ἀλλ᾿ ἴομεν, μὴ δηθὰ διατρίβωμεν ὁδοῖο. ...»
Οδύσσεια β' 402-404
Κατά την εκδοχή που εμείς ασπαζόμαστε, ο Τηλέμαχος γνώρισε στην Πύλο την κόρη του Νέστορα (την ΚΑΛΗ ΠΟΛΥΚΑΣΤΗ, ραψωδία γ΄), η οποία ΚΑΤ’ ΕΞΑΙΡΕΣΗ τον έλουσε η ίδια και όχι οποιαδήποτε ΔΜΩΑ από το προσωπικό.
Είναι μια πολύ σοβαρή ένδειξη αυτή, ότι ο χρησμός που πήρε ο αυτοκράτορας ΑΔΡΙΑΝΟΣ είναι σωστός: Ο Όμηρος είναι εγγονός του ΟΔΥΣΣΕΑ και του ΝΕΣΤΟΡΑ, γι’ αυτό η Αθηνά λέει «Τηλέμαχ’ ἤδη», λίγο πριν την Πύλο, και γι’ αυτό επίσης ο ποιητής εκθειάζει τους παππούδες του στα έπη, βασιλείς της Ιθάκης και της Πύλου. (Το 2006 δημοσιεύσαμε το Ομηρικό μυθιστόρημα «Ο ΣΑΜΙΚΟΣ», το οποίο εξετάζει πτυχές της ΑΓΝΩΣΤΗΣ ΖΩΗΣ του Ομήρου!).
«...τοῖσιν δ᾿ ἴκμενον οὖρον ἵει γλαυκῶπις Ἀθήνη,
ἀκραῆ Ζέφυρον, κελάδοντ᾿ ἐπὶ οἴνοπα πόντον.
Τηλέμαχος δ᾿ ἑτάροισιν ἐποτρύνας ἐκέλευσεν
ὅπλων ἅπτεσθαι: τοὶ δ᾿ ὀτρύνοντος ἄκουσαν.
ἱστὸν δ᾿ εἰλάτινον κοίλης ἔντοσθε μεσόδμης
στῆσαν ἀείραντες, κατὰ δὲ προτόνοισιν ἔδησαν,
ἕλκον δ᾿ ἱστία λευκὰ ἐυστρέπτοισι βοεῦσιν.
ἔπρησεν δ᾿ ἄνεμος μέσον ἱστίον, ἀμφὶ δὲ κῦμα
στείρῃ πορφύρεον μεγάλ᾿ ἴαχε νηὸς ἰούσης:
ἡ δ᾿ ἔθεεν κατὰ κῦμα διαπρήσσουσα κέλευθον.
δησάμενοι δ᾿ ἄρα ὅπλα θοὴν ἀνὰ νῆα μέλαιναν
στήσαντο κρητῆρας ἐπιστεφέας οἴνοιο,
λεῖβον δ᾿ ἀθανάτοισι θεοῖς αἰειγενέτῃσιν,
ἐκ πάντων δὲ μάλιστα Διὸς γλαυκώπιδι κούρῃ.
παννυχίη μέν ῥ᾿ ἥ γε καὶ ἠῶ πεῖρε κέλευθον.
Ἠέλιος δ’ ἀνόρουσε, λιπὼν περικαλλέα λίμνην, ...»
Οδύσσεια β' 420-434 και γ' 1
Μόνο οι θεωρίες της ΠΑΛΙΚΗΣ μπορούν να σταθούν, γιατί με τις άλλες, το πλοίο θα κατέληγε στην Ακαρνανία!
Μάλιστα, όπως ξεκινά το πλοίο με το σούρουπο απ’ το Λιβάδι, αφήνει αριστερά το Αργοστόλι περνώντας ανοιχτά απ’ το Ληξούρι, σχίζει το ΠΟΡΦΥΡΟ κύμα και, ...κερδίζει σαν τελευταία εντύπωση το έλατο τού Αίνου.