Θεόδωρος Μεταλληνός: Μετά τους Φαίακες. Από τη Σχερία στη σημερινή Κέρκυρα, 2750 χρόνια Ιστορίας.

Η ΠΑΛΑΙΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

η πόλις ημών τείχεσι μακροίς περιείληπται εκ λίθου τετραπέδου και θαυμαστού και εις τρίχα συνηρμοσμένου.
Εκ ναών μεγέθει και κάλλει κεκοσμημένων λαμπρύνεται, αλλά και παντοίοις δένδροις φυτών ως παράδεισος ωραΐζεται
[…]
Το δε μείζον, πηγαί πολλαί αυτή και αείρρυτοι διειδεστάτων ναμάτων και μάλα ψυχρών της αντλείν εθέλουσιν εμπιπλάσαι. [1]

Τα λόγια αυτά του Αγίου Αρσενίου περιγράφουν τόσο γλαφυρά την πόλη της Κέρκυρας, η οποία, την εποχή που έζησε ο Άγιος (υπήρξε Μητροπολίτης του νησιού κατά τα έτη 933-953 μ.Χ.), ήταν ακόμη περιτειχισμένη με λίθινα τείχη θαυμαστά, με μεγάλους και καλαίσθητους ναούς, με παραδεισένια περιβόλια και το κυριότερο, με πάμπολλες αείρρυτες, πολύ δροσερές πηγές. Η πόλη που περιγράφει είναι η Παλαιόπολη της Κέρκυρας, απλά διότι η βυζαντινή Κορυφώ, στο ανατολικό άκρο της βραχώδους χερσονήσου που βρισκόταν απέναντι από την Παλαιόπολη, ήταν εξαιρετικά άνυδρη και συνεπώς άδενδρη. [2]

Η Παλαιόπολη της Κέρκυρας ως όρος συναντάται για πρώτη φορά τον 17ο αιώνα και αναφέρεται στην περιοχή που ξεκινά από τον όρμο της Γαρίτσας και καλύπτει όλη τη χερσόνησο του Κανονιού. Χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την αρχαία αλλά εγκαταλελειμμένη πλέον πόλη της Κέρκυρας, τα ερείπια της οποίας ήταν ορατά και είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί ως οικοδομικό υλικό για την επέκταση του τειχισμού της μεσαιωνικής Κορυφούς.

Η εξαιρετική γεωγραφική θέση της Κέρκυρας (καλῶς παράπλου κεῖται [3]ήταν καθοριστική για τον ρόλο που επρόκειτο να διαδραματίσει το νησί, το οποίο υπήρξε όχι μόνο ένας σημαντικός σταθμός στους θαλάσσιους δρόμους για την Αδριατική, την Νότια Ιταλία και Σικελία, αλλά ένα σταυροδρόμι πολιτισμών, ένας τόπος διασταύρωσης και συνύπαρξης ανθρώπων και συνάντησης ιδεών.

Πολλοί ήταν οι αρχαιολόγοι που προσπάθησαν να ταυτίσουν την Κέρκυρα με το μυθικό νησί των Φαιάκων, αλλά μέχρι σήμερα η τύχη δεν τους ευνόησε. Οι αρχαίοι κερκυραίοι όμως επαίρονταν για την καταγωγή τους από τους μυθικούς Φαίακες, σε σημείο που κατασκεύασαν στην πόλη τους ναό προς τιμήν του Βασιλιά Αλκίνοου και το πολεμικό τους λιμάνι το ονόμασαν "Λιμήν Αλκινόου".


Από τον 8ο αιώνα π.Χ. οι ελληνικές πόλεις υποχρεώθηκαν σε ίδρυση αποικιών στην Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο. Η Κέρκυρα προκάλεσε τον ενδιαφέρον των αποίκων και όπως μας πληροφορεί ο Πλούταρχος, οι Ερετριείς στα μέσα του 8ου αιώνα, εγκαταστάθηκαν στο νησί υποτάσσοντας τους Λιβυρνούς προγενέστερους κατοίκους που βρήκαν εκεί. [4]

Το 734 π.Χ. άποικοι από την Κόρινθο με αρχηγό τον αριστοκράτη Χερσικράτη κατέλυσαν την ευβοϊκή αποικία, που ήταν εγκαταστημένη στο μυχό του Υλλαϊκού λιμανιού, και ίδρυσαν νέα αποικία, την Χερσούπολη, η οποία με τα χρόνια κάλυψε ολόκληρη την περιοχή από την Γαρίτσα και την λιμνοθάλασσα του Χαλικιόπουλου μέχρι την άκρη της χερσονήσου του Κανονιού.

Η εξαιρετική θέση του νησιού, που ονομάστηκε δωρικά Κόρκυρα, αλλά και οι ευνοϊκές συνθήκες για αυτόνομη ανάπτυξη, θα αναδείξουν την Κέρκυρα σε μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη του αρχαίου κόσμου, αλλά θα προκαλέσουν παράλληλα και τον ανταγωνισμό με την μητροπολιτική Κόρινθο, που δεν θα αργήσει να εξελιχθεί σε σύγκρουση το έτος 664 π.Χ., στην οποία θα υπερισχύσει η Κέρκυρα.

Λόγω της οικονομικής ανάπτυξης οι κερκυραίοι εκείνη την εποχή ήταν από άποψη πλούτου στο ίδιο επίπεδο με τους πλουσιότερους έλληνες και από άποψη πολεμικής προετοιμασίας πολύ ισχυροί, όπως μας πληροφορεί ο Θουκυδίδης[5].

Η αρχαία πόλη είχε πολύ καλή οργάνωση. Ήταν οχυρωμένη με ψηλά τείχη, πολεοδομημένη με "ιπποδάμειο σύστημα", και ήταν πλούσια διακοσμημένη με ναούς και δημόσια κτίρια ενώ διέθετε διάφορα εργαστήρια, μικρές βιοτεχνίες κεραμικών, δικό της νόμισμα και τρία λιμάνια, δύο εμπορικά και ένα πολεμικό. Είχε φυσικές πηγές νερού και διέθετε υδραγωγείο, θέατρο και ανάκτορο.

Κέντρο των εμπορικών, κοινωνικών, πολιτικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων ήταν η Αγορά της πόλης, που βρισκόταν κοντά στο πολεμικό λιμάνι του Αλκινόου, δίπλα στη σημερινή θέση Βασίλη και την παλαιοχριστιανική βασιλική. Εκεί βρισκόταν η συνέλευση του λαού, η Αλία, όπως συνέβαινε και με άλλες δωρικές πόλεις. Στην Αγορά, σύμφωνα με τις φιλολογικές μαρτυρίες που όμως δεν έχουν ακόμα εντοπιστεί ανασκαφικά, βρισκόταν ο ναός του Ποσειδώνα, τα ιερά του Διός, των Διοσκούρων και της Αθηνάς. Επίσης βρίσκονταν εργαστήρια, στοές, δημόσια κτίρια, αλλά και ιδιωτικά κτίρια, κυρίως ευπόρων πολιτών και προξένων. Αν κρίνουμε από τα πλακόστρωτα που έχουν βρεθεί η έκταση της Αγοράς ήταν αρκετά μεγάλη, από την έξοδο του Μον Ρεπό μέχρι τον Ανεμόμυλο, ενώ σε κατοπινές εποχές χτίστηκαν εξέδρες, ωδείο, λουτρικό συγκρότημα, βαλανείο και άλλα δημόσια οικοδομήματα.


Κατά την Κλασσική περίοδο η πόλη τειχίζεται στα βόρεια. Το τείχος άρχιζε από το Υλλαϊκό λιμάνι, στην περιοχή της λιμνοθάλασσας, συνέχιζε στις σημερινές οδούς Αγίων Θεοδώρων και Αλκινόου και κατάληγε στη Γαρίτσα, στο λιμάνι του Αλκινόου, τμήμα της οχύρωσης του οποίου αποκαλύφθηκε κάτω από την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Τμήματα επίσης του τειχισμού αποκαλύφθηκαν κοντά στο Υλλαϊκό λιμάνι στη δυτική πλευρά, που υπήρξε και το πρώτο λιμάνι της πόλης, αλλά και στο νότιο άκρο της χερσονήσου, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι μέχρι την περιοχή αυτή εκτείνονταν η αρχαία πόλη. Το Υλλαϊκό λιμάνι, ευρύχωρο, υπήνεμο και στο βάθος ενός προστατευμένου κόλπου, διέθετε όλες τις απαραίτητες εγκαταστάσεις για τη λειτουργία του, όπως φαίνεται από την διπλή πεσσοστοιχία που ανακαλύφθηκε στο Φιγαρέτο που στέγαζε υπόστεγο νεωρίου.[6] Κοντά στο λιμάνι υπήρχε πύλη την οποία προστάτευε πύργος που σώζεται μέχρι και σήμερα. Ο πύργος αυτός, γνωστός ως πύργος της Νεραντζίχας, είναι κτισμένος κατά το ισόδομο σύστημα και διέφυγε την καταστροφή επειδή είχε ενσωματωθεί στην ομώνυμη βυζαντινή εκκλησία της Παναγίας.

Οι προσχώσεις των ποταμών και των ρεμάτων που εξέβαλαν σε αυτό υποβάθμισαν τη λειτουργία του Υλλαϊκού λιμανιού. Η δημιουργία ενός νέου λιμανιού στα βορειοδυτικά της χερσονήσου κρίθηκε απαραίτητη και έτσι δημιουργήθηκε το λιμάνι του Αλκινόου, στον σημερινό όρμο της Γαρίτσας. Το λιμάνι αυτό διέθετε εγκαταστάσεις, όπως νεώρια και σκευοθήκη, τα οποία έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη.


1651792609743.jpeg
Νεώρια στο λιμάνι του Αλκίνοου

Για την προστασία της στενής εισόδου του λιμανιού κατασκευάστηκαν λιμενοβραχίονες. Ανασκαφικά εντοπίστηκε κάτω από τα θεμέλια της εκκλησιάς του Αγ. Αθανασίου ο λιμενοβραχίονας του οποίου το ανατολικό άκρο κατέληγε σε ορθογώνιο πύργο κτισμένο κατά το ισόδομο σύστημα.

Ο Σκύλαξ[7] αναφέρει την ύπαρξη και ενός τρίτου λιμανιού, το οποίο όμως ήταν κλειστό. Πρόσφατες ανασκαφές τοποθετούν το λιμάνι αυτό κάτω από τον λόφο της Αγίας Ευφημίας, κοντά στο νοτιοανατολικό άκρο του λιμανιού του Αλκινόου.


1651791276078.jpeg
Άποψη της Αρχαίας αγοράς και του Λιμανιού του Αλκίνοου

Εκτός από την Αγορά, το κέντρο του καθημερινού βίου των κερκυραίων, οι δραστηριότητες εκτείνονταν στα "Μετέωρα", στη λοφώδη έκταση δηλαδή που βρίσκεται στο κεντρικό και ανατολικό τμήμα της χερσονήσου του Κανονιού, επίσης στην περιοχή του Υλλαϊκού λιμανιού και στην Περιοχή του Φιγαρέτου.


1651996936234.png
Ηραίον

Στο κτήμα του σημερινού Μον Ρεπό, στο τέλος του 7ου π.Χ. αιώνα χτίστηκε ναός δωρικού ρυθμού αφιερωμένος στην Ακραία Ήρα. Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως τα απομεινάρια ενός μεγαλοπρεπούς ναού, με πήλινη κεράμωση, προστατευμένου από περίβολο, ο οποίος αντικαταστάθηκε από έναν κλασικό περίπου το 430 π.Χ.


1651792355659.jpeg
1651792418030.jpeg
Ναός Καρδακίου

Είναι ο ναός του Ηραίου που σύμφωνα με τον Θουκυδίδη κατέφυγαν ως ικέτες οι αριστοκρατικοί κερκυραίοι κατά τον εμφύλιο πόλεμο το 427 π.Χ. Ο ναός της κλασσικής εποχής καταστράφηκε τον 1ο αιώνα π.Χ. Στα νοτιοανατολικά και εκτός του Ηραίου, ιδρύθηκε ένα αρχαϊκό, υπαίθριο τέμενος αφιερωμένο στον Απόλλωνα Κορκυραίο, αποτελούμενο από έναν τραπεζιόσχημο περίβολο στο μέσο του οποίου υπάρχει τετράγωνος βωμός. Κατά την κλασική εποχή, εκτός του περιβόλου του ναού της Ήρας, ιδρύονται διάφορα βοηθητικά κτίρια με άγνωστη έως τώρα χρήση, ενώ κατά την ελληνιστική περίοδο προστίθεται ένα αναπαυτήριο για ξεκούραση των προσκυνητών. Νοτιοανατολικότερα βρισκόταν ο δωρικός ναός Καρδακίου, χωρίς οπισθόδομο, όπου στο δυτικό τμήμα του σηκού υπήρχε μια εσχάρα ή ένας βωμός που υποδηλώνει τον χθόνιο χαρακτήρα του ναού. Ο ναός αυτός έχει κατά καιρούς αποδοθεί στον Απόλλωνα, στον Ασκληπιό, στον Ίππειο Ποσειδώνα ή σε κάποιον χθόνιο ήρωα.


1651791709103.jpeg
1651791777216.jpeg
Ναός Αρτέμιδας και αέτωμα Γοργούς

Δυτικά από τα "Μετέωρα" και κοντά στο Υλλαϊκό λιμάνι και στην σημερινή Μονή των Αγίων Θεοδώρων, υπήρχε αρχαϊκός ναός αφιερωμένος στην Άρτεμη που χρονολογείται το 590 - 580 π.Χ. Πρόκειται για ένα δωρικό, ψευδοδίπτερο ναό με πρόναο. Από το Αρτεμίσιο σώζεται το δυτικό αέτωμα, που είναι το αρχαιότερο σωζόμενο λίθινο αέτωμα απεικονίζοντας την Γοργώ-Μέδουσα μαζί με τα παιδιά της Πήγασο και Χρυσάωρα.

Βορειοανατολικά του ναού εντοπίστηκαν τα λείψανα ενός τρίτου ιερού που αποτελείται από έναν ναό, του οποίου αποκαλύφθηκε μόνο ο σηκός, και από τον βωμό. Ο ναός και ο βωμός χρονολογούνται στο 2ο μισό του 5ου αι. π.Χ. και αποδόθηκαν με επιφυλάξεις στο ιερό του Απόλλωνα Πυθαίου στο οποίο πιθανά ανήκει και το σήμα οριοθέτησης του ιερού με την επιγραφή "ΡΟΟΣ ΠΥΘΑΙΟΣ".


1651791942776.jpeg
1651791989489.jpeg
Αέτωμα Διονύσου

Ένα τέταρτο ιερό αφιερωμένο πιθανώς στον Διόνυσο, βρισκόταν στη σημερινή περιοχή Φιγαρέτο, όπως προκύπτει από την ανεύρεση ενός τμήματος πώρινου αετώματος με παράσταση διονυσιακού συμποσίου. Η αποκάλυψη ενός μεγάλου υστεροαρχαϊκού αποθέτη με ειδώλια της Αρτέμιδος οδήγησε στην υπόθεση για την ύπαρξη ενός δεύτερου ναού της θεάς στη περιοχή του Φιγαρέτου.


1652002795672.png
Γυναικεία ειδώλια από το μικρό ιερό της Αρτέμιδας

Τα ανασκαφικά δεδομένα στην αρχαία πόλη αποδεικνύουν ότι οι κατοικίες ήταν κτισμένες σε συνοικίες. Πιστοποιείται ότι οι εύπορες τάξεις κατοικούσαν γύρω από την περιοχή της Αγοράς και οι ιδιωτικές αυτές κατοικίες περιείχαν αυλές, λουτρά και περιστύλια. Αντίθετα, οι ανήκοντες στις παραγωγικές τάξεις και οι δούλοι κατοικούσαν γύρω από την περιοχή του Υλλαϊκού λιμανιού και οι κατοικίες τους αποτελούταν από λίγα απλά δωμάτια που κατανέμονται γύρω από μια αυλή με πηγάδι, εξυπηρετώντας τις βασικές μόνο ανάγκες διαβίωσης. Η πόλη διέθετε υδρευτικό και αποχετευτικό σύστημα. Τα υδραγωγεία της αρχαίας πόλης, παρ’ ότι δεν έχουν εντοπιστεί ανασκαφικά, τοποθετούνται στην περιοχή του Καρδακίου και στους Αγίου Θεοδώρους. Η ύπαρξη τους επιβεβαιώνεται διαμέσου της παρουσίας φρεατίων και πήλινων αγωγών που αποκαλύπτονται σε πολλές θέσεις[8].

Στην ανατολική πλευρά του Υλλαϊκού λιμανιού βρισκόταν η θέση των εργαστηρίων, που κατασκεύαζαν κάθε μορφής αντικείμενα καθημερινής χρήσης, λυχνάρια, κεραμίδια, ειδώλια και αμφορείς. Οξυπύθμενοι κερκυραϊκοί αμφορείς, που μετέφεραν κυρίως τον εκλεκτό κερκυραϊκό οίνο, βρέθηκαν στην Κάτω Ιταλία, τη Θάσο, την Κόρινθο, την Πέλλα, την Ολυμπία, την Αθήνα και σε πολλά μέρη της Μεσογείου, πιστοποιώντας την ευμάρεια και οικονομική ευρωστία των κερκυραίων, αλλά και την ισχυρή θέση που κατείχαν στο διαμετακομιστικό εμπόριο.

Την μεγάλη ακμή του κερκυραϊκού εμπορίου μαρτυρεί η ευρεία κυκλοφορία σε όλη την Μεσόγειο των κερκυραϊκών νομισμάτων, δείγμα της οικονομικής ευρωστίας, αλλά και της μεγάλης παραγωγής του νομισματοκοπείου της. Όταν η Κέρκυρα απέκτησε την ανεξαρτησίας της από την Κόρινθο στο τέλος του 6ου π.Χ. αιώνα, φρόντισε να ιδρύσει δικό της νομισματοκοπείο και να κόψει δικά της νομίσματα, που έφεραν στην κυρία όψη μια αγελάδα που θηλάζει ένα μοσχάρι, αντιγράφοντας πιθανά τα ευβοϊκά νομίσματα.


1651790656676.jpeg
Αργυρός Κερκυραϊκος στατήρας του 5ου πΧ αιώνα

Αργότερα, μετά τον 4ο αιώνα π.Χ. η απεικόνιση αμφορέων στα κερκυραϊκά νομίσματα φανερώνει τη σημασία που είχε το εμπόριο κρασιού και η κεραμική παραγωγή στη νησί. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους το νομισματοκοπείο της πόλης μεταφέρθηκε στην Κασσιώπη και κυκλοφόρησε ενιαίο νόμισμα για όλη την ρωμαϊκή επικράτεια.

Την εποχή της μεγάλης της ακμής ο πληθυσμός της πόλης ανέρχονταν σε περίπου 60.000 κατοίκους. Οι πόλεμοι όμως μείωναν σταδιακά τον πληθυσμό μέχρι την ισοπέδωση της αρχαίας πόλης από τις επιδρομές των βαρβάρων.

Έξω από το βόρειο τείχος της πόλης εκτείνονταν το νεκροταφείο της πόλης. Αρχαίοι τάφοι έχουν ανακαλυφθεί στη σημερινή περιοχή της Γαρίτσας, στις ανατολικές υπώρειες του λόφου του Σωτήρος, κοντά στο λιμάνι του Αλκινόου, δίπλα στο αεροδρόμιο και σχετικά πρόσφατα κοντά στο νέο Δικαστικό Μέγαρο. Οι περιοχές αυτές χρησιμοποιήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαϊκής, κλασσικής και ελληνιστικής εποχής, ενώ κατά την ρωμαϊκή περίοδο η χρήση τους ήταν περιορισμένη. Οι νεκροί τοποθετούνταν μέσα σε μεγάλους πίθους, θάβονταν απευθείας στο έδαφος ή καίγονταν σε πυρές. Πάνω στους τάφους τοποθετούνταν απλά ή πολυτελή σήματα που μερικές φορές ήταν έργα τέχνης όπως το "λιοντάρι του Μενεκράτους".


1651790294531.jpeg
1651790515151.jpeg
Μνημείο και λέοντας Μενεκράτη

Παράλληλα με το εμπόριο και την οικονομία στην Κέρκυρα αναπτύχθηκαν οι τέχνες και ο πολιτισμός. Τα ευρήματα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κέρκυρας μαρτυρούν επιδράσεις των πόλεων της Κάτω Ιταλίας και Σικελίας, της Αδριατικής, των Αθηνών, της Σάμου, αλλά με την πάροδο του χρόνου η Κέρκυρα δημιούργησε δική της σχολή, η οποία έδωσε εξαιρετικά έργα, στην αρχιτεκτονική, στην γλυπτική, στην κοροπλαστική και την κεραμική[9].

Ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία του πολιτισμού των κερκυραίων ήταν το αθλητικό ιδεώδες. Στην αρχαία πόλη υπήρχε στάδιο και ο αθλητισμός και η γυμναστική είχαν ιδιαίτερη θέση στην κερκυραϊκή κοινωνία. Σ’ αυτή την διαπίστωση μάς οδηγούν οι αναφορές των πηγών για διακρίσεις των κερκυραίων ιδιαίτερα στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Γνωρίζουμε αρκετά ονόματα κερκυραίων ολυμπιονικών, ορισμένοι των οποίων διακρίθηκαν σε αθλήματα αντίθετα μεταξύ τους (στάδιο-πυγμή). Στην Κέρκυρα διοργανώνονταν συχνά αθλητικοί αγώνες κατά την ρωμαϊκή περίοδο, αλλά και ομαδικά αγωνίσματα κωπηλασίας. Στο πνεύμα της άμιλλας και της αγωνιστικής διάθεσης των κερκυραίων εντάσσεται και η διοργάνωση από την πόλη μουσικών αγώνων, χορευτικών εκδηλώσεων και θεατρικών παραστάσεων με την βοήθεια γενναιόδωρων ευεργετών. Η Κέρκυρα διέθετε θέατρο, το οποίο ακόμα δεν έχει ευρεθεί, όμως έχουμε ενδείξεις για διοργάνωση εορτών, πιθανώς αγώνων, χορών και τελετουργιών προς τιμήν της Κουροτρόφου Αρτέμιδος[10].

Όπως σχεδόν πάντα συμβαίνει η μέγιστη οικονομική και η πνευματική ανάπτυξη να τραβάνε πάνω τους ζηλόφθονα βλέμματα, έτσι και στην περίπτωση της Κέρκυρας η ευμάρεια που έφερε το εμπόριο και η ισχυρή ναυτική υπεροχή προκάλεσε αντιπαλότητα αρχικά με την μητροπολιτική Κόρινθο. Η διείσδυση της Κέρκυρας στις αγορές της Ηπείρου και της Αδριατικής, που προηγουμένως ήλεγχε η Κόρινθος, υπήρξε η αιτία της αρχαιότερης ναυμαχίας μεταξύ Ελλήνων το 664 π.Χ. στην οποία υπερίσχυσε η Κέρκυρα[11]. Τέσσερις δεκαετίες αργότερα το 626 π.Χ., κερκυραίοι μαζί με εξόριστους κορίνθιους ίδρυσαν αποικία στα παράλια της Ιλλυρίας, την Επίδαμνο, που εξελίχθηκε σε σημαντική πόλη, κάτι που δεν άρεσε καθόλου στον τύραννο της Κορίνθου Περίανδρο, ο οποίος υπέταξε την Κέρκυρα και τοποθέτησε τοποτηρητή του στο νησί[12]. Μετά τον θάνατο του Περίανδρου η Κέρκυρα απέκτησε ανεξαρτησία και κατά το πρώτο μισό του 5ου αιώνα, π.Χ. γνώρισε μεγάλη ακμή ναυπηγώντας ισχυρό πολεμικό στόλο, ο οποίος στις παραμονές των Περσικών Πολέμων αριθμούσε 60 τριήρεις.

Οι κακές σχέσεις με την μητρόπολη επιδεινώθηκαν όταν η ακμάζουσα Κέρκυρα αρνήθηκε να βοηθήσει την κοινή τους αποικία, την Επίδαμνο και η Κόρινθος βρήκε ευκαιρία να αναμιχθεί, με αποτέλεσμα οι δύο στόλοι να αναμετρηθούν στη θαλάσσια περιοχή της Λευκίμμης. Οι κερκυραίοι νίκησαν και συνέχισαν να παρενοχλούν τους οργισμένους από την ήττα αντιπάλους τους. Αναπόφευκτα, η Κέρκυρα οδηγήθηκε σε συμμαχία με την Αθήνα. Η επόμενη ναυμαχία το 433 π.Χ. μεταξύ Κέρκυρας και Αθηναίων από την μια πλευρά, και Κορίνθου και Πελοποννησίων συμμάχων τους από την άλλη, έλαβε χώρα στα Σύβοτα, και αποτέλεσε μια από τις αφορμές του Πελοποννησιακού Πολέμου. Το αποτέλεσμα της ναυμαχίας ήταν αμφιλεγόμενο, αλλά η Κέρκυρα έχασε περίπου 70 πλοία σε μια από τις μεγαλύτερες συγκρούσεις μεταξύ ελλήνων. Η αυξανόμενη ανάμιξη της δημοκρατικής Αθήνας στο κερκυραϊκό πολιτικό σκηνικό είχε ως αποτέλεσμα έναν άγριο εμφύλιο πόλεμο το 427-425 π.Χ. μεταξύ δημοκρατικών και ολιγαρχικών, όπου η όξυνση των πολιτικών παθών ακολουθούταν από ωμότητες, που οδηγούσαν σε πραξικοπήματα, λεηλασίες και πυρπολήσεις κατοικιών της πόλης και των γύρω περιοχών.


Η Κέρκυρα συμμετείχε στον Πελοποννησιακό Πόλεμο στο πλευρό των Αθηναίων, αλλά όχι ως το τέλος. Η οικονομική ανάκαμψη που ακολούθησε συμπληρώθηκε με την ναυπήγηση 80 τριηρών και προκάλεσε το ενδιαφέρον της Σπάρτης με τον Μνάσιππο το 372 π.Χ., ο οποίος αφού δεν μπόρεσε να την υποτάξει, αρκέστηκε σε καταστροφές οικιών και καλλιεργειών γύρω από την πόλη[13].

Αυτό που δεν μπόρεσε να κάνει ο Μνάσιππος το κατάφερε ο συμπατριώτης του Κλεώνυμος το 303 π.Χ. και διαδοχικά η εξουσία της πόλης περιέρχεται το 301 π.Χ. στον τύραννο των Συρακουσών Αγαθοκλή και στην κόρη του Λάνασσα, η οποία παντρεύτηκε τον Βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο. Μετά την αποτυχία του Πύρρου, οι συχνές επιδρομές των Ιλλυριών αναγκάζουν την Κέρκυρα να ζητήσει την προστασία των Ρωμαίων στους οποίους παραδίδεται το 229 π.Χ.[14]

Παραμονές της ναυμαχίας στο Άκτιο το 31 π.Χ. ο Αγρίππας, σύμμαχος του Οκταβιανού θα καταστρέψει ολοσχερώς την πόλη, επειδή οι κερκυραίοι είχαν ταχθεί στο πλευρό του Αντώνιου[15].


1651997196079.png
1651998070432.png

Αγνώστου κρητική σχολή 2ο μισό 17ου αιώνα, η Αγία Κέρκυρα ανάμεσα σε Ιάσονα και Σωσίπατρο. Ναός προς τιμήν των δυο στη δεξιά φωτογραφία.

Παρηκμασμένη πλέον ρωμαϊκή επαρχία, αλλά με κάποια σχετικά προνόμια σε αναγνώριση υπηρεσιών, θα βρουν την πόλη οι μαθητές του Αποστόλου Παύλου, Ιάσωνας και Σωσίπατρος, που τον 1ο μ.Χ. αιώνα, θα έρθουν να κηρύξουν τον χριστιανισμό στο νησί.

Ακολούθησε τους επόμενους αιώνες μια κάποια ανάπτυξη και χτίστηκαν πολυτελή λουτρά, νεώρια και άλλα κτίρια, αλλά οι χριστιανοί υπέστησαν άγριες διώξεις την εποχή του Διοκλητιανού. Ένα δεύτερο κέντρο, που αναπτύχθηκε εκείνη την εποχή στην βορειοδυτική πλευρά του νησιού, την Κασσιόπη, δεν επηρέασε σοβαρά την καθημερινότητα της Χερσούπολης, όμως δεν παραλείπουν οι ιστορικοί να αναφέρουν την επίσκεψη του Αυτοκράτορα Νέρωνα και την παραμονή του φιλόσοφου Κικέρωνα στην Κασσιόπη[16].

Με τη διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 395 μ.Χ. η Κέρκυρα θα βρεθεί στο Ανατολικό κράτος, θα αποτελέσει τμήμα του Ιλλυρικού και θα καταλήξει στη δικαιοδοσία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Η Παλαιόπολη έχει πλέον εκχριστιανιστεί και στην Αρχαία Αγορά της ο Επίσκοπος Ιοβιανός έκτισε λαμπρό ναό πάνω στα ερείπια αρχαιότερου οικοδομήματος, που αφιέρωσε στην Παναγία. Η πεντάκλιτη βασιλική με εγκάρσιο κλίτος, που σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς ήταν αφιερωμένη στην (ή και στην) Αγία Κερκύρα που η Αρχαία Αγορά υπήρξε ο τόπος του μαρτυρίου της, χρησιμοποιήθηκε για πολλούς αιώνες, διατηρήθηκε τον Μεσαίωνα ως τρίκλιτη και αργότερα ανοικοδομήθηκε ως μονόκλιτη, για να ερειπωθεί στους βομβαρδισμούς του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.


1651998990059.png
1651999044482.png
Η Παλαιοχριστιανική στην Παλαιόπολη

Όταν οι βαρβαρικές επιδρομές, κατά το τέλος του 4ου αιώνα, σήμαναν το τέλος της Ρωμαϊκής Ειρήνης, πολύ σύντομα, τον 5ο αιώνα, η Κέρκυρα θα γνωρίσει την επιδρομή του γερμανικού λαού των Βανδάλων. Το κράτος τους καταλύθηκε από τον στρατηγό του Βυζαντίου Φλάβιο Βελισάριο, ο οποίος σύντομα στράφηκε εναντίων των Οστρογότθων της Ιταλίας με αποτέλεσμα να εμπλακεί και η Κέρκυρα που ήταν το λιμάνι ανεφοδιασμού του. Ο αρχηγός των Οστρογότθων Τωτίλας πραγματοποίησε καταστροφικές λεηλασίες στο νησί το 562 μ.Χ. και ίσως να ισοπέδωσε τότε και την βασιλική του Ιοβιανού.


1651789858375.jpeg
Τωτίλος και Οστρογότθοι

Οι Οστρογότθοι ηττήθηκαν τελικά, αλλά δεν έχουμε κάποια πληροφορία από τον ιστορικό Προκόπιο για κάποια ανοικοδόμηση στην Χερσούπολη, πράγμα που οδήγησε πολλούς ιστορικούς να θεωρήσουν ότι οι κάτοικοι της πόλης σταδιακά στράφηκαν προς ένα ασφαλέστερο σημείο, τον πέτρινο λόφο απέναντι από την Παλαιόπολη προς τον βορρά, που αν και άνυδρος, προσέφερε καλύτερη κάλυψη σε περίπτωση βαρβαρικής επιδρομής.


Τους επόμενους αιώνες, που η Βυζαντινή Κορυφώ σταδιακά αναπτυσσόταν, η Παλαιόπολη διένυε μια παράλληλη πορεία και όπως ήδη αναφέρθηκε, είχε ακόμα θαυμαστά τείχη, περιβόλια και πολλές δροσερές πηγές που τραβούσαν το ενδιαφέρον όσων ήθελαν να καλλιεργήσουν και να δροσιστούν. Οι κάτοικοί της ήταν φυσικό επόμενο να ασχοληθούν συστηματικότερα με την γεωργία και την κτηνοτροφία.

Την εποχή που η Μακεδονική δυναστεία βασίλευε στην Κωνσταντινούπολη και το αίσθημα ασφάλειας και ισχύος ήταν πολύ μεγάλο, οι ευσεβείς της Κέρκυρας αποφάσισαν να χτίσουν έναν περικαλλή ναό αφιερωμένο στους Αγίους Ιάσωνα και Σωσίπατρο όχι μέσα στην τειχισμένη Κορυφώ, αλλά δύο περίπου χιλιόμετρα μακρά, στην Παλαιόπολη. Περίπου το 1000 μ.Χ. στον χώρο κοντά στο αρχαίο λιμάνι του Αλκινόου, που υπήρχε διάσπαρτο αρχαίο οικοδομικό υλικό, ένας νέος ναός κατασκευάστηκε αντικαθιστώντας έναν μικρότερο, ενδεχομένως άσημο παλαιοχριστιανικό ναό αφιερωμένο στον Άγιο Ανδρέα, στον οποίον είχαν ταφεί οι Άγιοι Ιάσωνας και Σωσίπατρος και είχε καταστραφεί κατά τις βαρβαρικές επιδρομές των σκοτεινών χρόνων[17]. Δυο μεγάλοι μονολιθικοί μαρμάρινοι αρχαίοι κίονες χρησιμοποιήθηκαν για να στηρίξουν τον τρούλο και σήμερα ο ναός κατατάσσεται από τους αρχαιολόγους στους λεγόμενους δικίονιους σταυροειδείς εγγεγραμμένους ναούς. Ο σπουδαίος αυτός ναός κατάκοσμος εσωτερικά στο παρελθόν με τοιχογραφίες, απετέλεσε Καθολικό Μονής, ενώ υπέστη καταστροφές από τις τουρκικές πολιορκίες.



1652007364598.png
Αγνώστου 1881, Παναγία Νερατζίχα

Ένα άλλο βυζαντινό μνημείο που χτίστηκε τον 11ο ή τον 12ο αιώνα σε μικρή απόσταση από τον ναό των Αγίων Ιάσωνα και Σωσίπατρου είναι η Παναγία του Νεράντζη, η Νεραντζίχα. Ένας πύργος της οχύρωσης της αρχαίας Χερσούπολης μετατράπηκε σε εκκλησία, που σήμερα σώζεται μόνο ένα τμήμα του βόρειου τοίχου με λιγοστά βυζαντινά απομεινάρια.[18]

https://homericithaca.com/#_ftn18

Στους βυζαντινούς χρόνους, πιθανότατα τον 11ο ή τον 12ο αιώνα, ανάγεται και η οικοδόμηση του ναού του Παντοκράτορος στο Ποντικονήσι, το φημισμένο καράβι του Οδυσσέα. Πρόκειται για τρίκογχο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό με οκτάπλευρο τρούλο.[19]

Ένας άλλος βυζαντινός ναός στην περιοχή της Παλαιόπολης, που σήμερα δεν υπάρχει πλέον ήταν ο ναός του Αγίου Νικολάου των Ταρχανιωτών, στον οποίο φιλοξενήθηκε ο χρονογράφος Γεώργιος Φραντζής.


Η οικοδομική δραστηριότητα συνεχίστηκε και τους επόμενους αιώνες με κατασκευές ναών και μοναστηριών, τα οποία υπάρχουν μέχρι σήμερα, όπως η μονή των Αγίων Θεοδώρων, της Κασσωπίτρας, της Αγίας Ευφημίας, του Σωτήρος, και οι ναοί της Αγίας Μαρίνας, της Αναλήψεως, της Άγιας Παρασκευής, του Προφήτη Ηλία και του Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου. Όμως τα μοναστήρια της Λαμποβίτισσας και του Αγίου Παντελεήμονος δεν υπάρχουν πλέον.



1651999379721.png
Η Χερσούπολη κατά τον Andrea Marmora

Κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας οι βενετοί αποκαλούσαν την χερσόνησο του Κανονιού Vestigie dell Antica Chersipoli (τα απομεινάρια της Αρχαίας Χερσίπολης) και πολλές φορές μετάφεραν το αρχαίο οικοδομικό υλικό ("μάρμαρα καλά για βάσεις και γωνίες") για το χρησιμοποιήσουν στον τειχισμό της συνεχώς επεκτεινόμενης πόλης της Κορυφούς μέχρι και τον 18ου αιώνα[20].

Το 1541 εξήντα τέσσερις ελληνοαλβανικές οικογένειες στρατιωτών από το Ανάπλι θα εγκατασταθούν σε ένα μέρος κοντά στη Μονή των Αγίων Θεοδώρων, που θα ονομαστεί Στρατιά ή Αναπλιτοχώρι.[21].

Μετά την τελευταία τουρκική πολιορκία το 1716, οι ενετοί σκέφτηκαν ότι ολόκληρη η χερσόνησος του Παλαιόπολης έπρεπε να οχυρωθεί για να διασφαλιστεί η πόλης της Κέρκυρας και γι’ αυτό σχεδίασαν ένα εκτεταμένο οχυρωματικό έργο που κάλυπτε ολόκληρη την περιοχή. Τίποτε δεν κατασκευάστηκε μέχρι το τέλος της Ενετοκρατίας, η αναγκαιότητα όμως της διασφάλισης της πόλης από εχθρικές επιθέσεις από τον λόφο του Κανονιού φάνηκε κατά την επόμενη πολιορκία των Ρωσσοτούρκων το 1799, όταν τα μεγαλύτερου πλέον βεληνεκούς κανόνια των επιτιθέμενων βομβάρδιζαν την πόλη από την Μονή του Αγίου Παντελεήμονα προξενώντας σοβαρές ζημιές στα τείχη και στις κατοικίες. Η Ευρώπη την εποχή αυτή βρίσκεται στην δύνη των Ναπολεόντειων Πολέμων όταν το 1807 τα Ιόνια Νησιά παραδίδονται στην εξουσία του γαλλο-κορσικανού αυτοκράτορα Ναπολέοντα, ο οποίος προστάζει τον Γαλλο-Ελβετό στρατιωτικό μηχανικό Guillaume Henri Dufour[22] να μεριμνήσει για την άμυνα ολόκληρης της πόλης. Εκείνος έφτασε στην Κέρκυρα το 1810 και σχεδίασε έναν μεγάλο χάρτη με όλα τα οχυρωματικά έργα που επρόκειτο να κατασκευαστούν για την αποτελεσματικότερη θωράκιση της πόλης.



1652007622873.png
Αγνώστου 1730, χάρτης οχυρωματικών έργων Παλαιόπολης
1652007944467.png
Αγνώστου περίπου 1812, τοπογραφικό για το οχυρό του Αγίου Παντελεήμονος
1652000620310.png
1651999700337.png


Guillaume Henri Dufour 1811-1812, σχεδιαγραμμα Χεσρούπολης και οχυρού Αγίου Παντελεήμονος. Δεξιά οχυρό Χερσούπολης του 1814 σε αντιπαραβολή με τις ανασκαφές.

Μεταξύ των πολλών οχυρωματικών έργων, σχεδίασε ένα οχυρό στην Μονή του Αγίου Παντελεήμονα και ένα τεράστιο οχυρωματικό έργο, το Φρούριο "Χερσούπολη" (Fort Chrysopolis), που περιελάμβανε το τετράγωνο οχυρό "Λαμποβίτισσα", γύρω από την γκρεμισμένη πλέον Μονή της Λαμποβίτισσας, αλλά και την Μονή των Αγίων Θεοδώρων και τη Νεραντζίχα[23].

Τοποθέτησε και πάλι πολλά πυροβολεία περιμετρικά της χερσονήσου για τον επαρκή ανεφοδιασμό των οποίων θα βοηθούσαν οι υπάρχοντες, αλλά και νέοι οδικοί άξονες.


1651791569730.jpeg
Κέρκυρα 1911, άποψη Μονής των Αγίων Θεοδώρων στις ανασκαφές

Μέχρι να αναχωρήσουν οι Γάλλοι το 1814 μόνο ένα οχυρό είχε ολοκληρωθεί, αυτό του Αγίου Παντελεήμονα, πάνω στη θέση του παλαιότερου μοναστηρίου. Τα υπόλοιπα ή δεν άρχισαν ποτέ ή έμειναν ημιτελή λόγω έλλειψης χρόνου και χρημάτων. Στη διάρκεια όμως των εκσκαφών για την κατασκευή του Οχυρού "Χερσούπολη" ο Dufour με την ιδιότητα του αξιωματικού συμμετείχε στις πρώτες αρχαιολογικές ανακαλύψεις που έγιναν στην Κέρκυρα, ανασκάπτοντας τα ερείπια του ναού της Αρτέμιδος[24].

Το υλικό ήταν άφθονο, αλλά ποτέ δεν χαρτογραφήθηκε αφήνοντας το έργο αυτό για τους επόμενους ερευνητές περίπου έναν αιώνα αργότερα. Το μόνο που έμεινε ως προφορική παράδοση μέχρι σήμερα είναι οι κερκυραίοι να ονομάσουν τον χώρο που έγιναν οι γαλλικές εκσκαφές στην Παλαιόπολη ως το "Τάγιο" (η τομή).

Μετά την άφιξη των Βρετανών στο νησί επικρατεί μια περίοδος ειρήνης και στα πενήντα περίπου χρόνια που παρέμειναν η περιοχή της Παλαιόπολης αναβαθμίστηκε χάρις στις ιδιαιτερότητες που προσέφερε. Μετά την δημιουργία του Α΄ Νεκροταφείου Κέρκυρας, δίπλα στον αρχαίο πύργο που βρισκόταν το εκκλησάκι της Παναγίας Νεραντζίχας το 1840, οι συνθήκες της Αγγλικής Προστασίας, που παρείχαν αυξημένο αίσθημα ασφάλειας, ώθησαν πολλούς κάτοικους της πόλης να αποκτήσουν γη στην περιοχή της Παλαιόπολης και του Κανονιού και να χτίσουν μια εξοχική κατοικία. Η περιοχή βρισκόταν σε μικρή απόσταση από την πόλη και προσέφερε καθαρό αέρα, άφθονο πόσιμο νερό, άπλετο χώρο, καταπράσινο περιβάλλον και εξαιρετικές συνθήκες υγιεινής και αναψυχής. Αρχοντικές οικογένειες και μεγαλοαστοί έχτισαν επαύλεις με αποκορύφωμα την

Νίνα Παλατιανού, που το 1831 μαζί με τον σύζυγό της Φρειδερίκο Άνταμς, δεύτερο Αρμοστή των Ιονίων Νήσων, κατασκεύασαν μια έπαυλη στην περιοχή της Παλαιόπολης. Η έπαυλη αυτή το 1861 φιλοξένησε την Αυτοκράτειρα της Αυστρίας Ελισάβετ και αργότερα ονομάστηκε ΜΟΝ ΡΕΠΟ από τον Βασιλιά Γεώργιο Α΄.



1651997496637.png
Β. Βοrri περίπου1880, άποψη Μον Ρεπό

Τον Μάρτιο του 1911 ο αρχαιολόγος Φρειδερίκος Βερσάκης ξεκίνησε ανασκαφές στο χώρο δίπλα από το μοναστήρι των Αγίων Θεοδώρων, οι οποίες προσέλκυσαν το ενδιαφέρον του Αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμου Β΄[25].​

1651790989439.jpeg
1651791039627.jpeg


Απρίλιος 1911, ο αρχαιολόγος Φρειδερίκος Βερσάκης (φωτογραφία αριστερά) και ο Κάιζερ ατενίζoυν το κομμάτι από το αέτωμα του ναού της Αρτέμιδας, στη φωτογραφία δεξιά.

Βρέθηκαν τμήματα του λίθινου αετώματος της Γοργούς και τα θεμέλια του ναού. Η Παλαιόπολη ξαφνικά βρέθηκε στο κέντρο του αρχαιολογικού ενδιαφέροντος με διάσημους επισκέπτες να συμμετέχουν καθημερινά παρακολουθώντας τις εργασίες. Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν για ολόκληρη την δεκαετία του 1910 από τον αρχαιολόγο Κωνσταντίνο Ρωμαίο χωρίς όμως να βρεθεί κάτι εξίσου σημαντικό.



1652002253252.png

Κέρκυρα 1911, οι αρχαιολόγοι Γουλιέλμος Νταίρπφελντ και Κωνσταντίνος Α. Ρωμαίος φωτογραφίζονται δίπλα σε κιονόκρανο του ναού της Αρτέμιδας

1652008607199.png
Κέρκυρα 1912, ανασκαφή στο ναό Καρδακίου

Οι εργασίες των ανασκαφών, που συνεχίζονται ως τις μέρες μας, έχουν φέρει στο φως πολλά τμήματα δρόμων, οικιών, δημοσίων κτιρίων, ναών και ευρημάτων που κοσμούν τόσο το Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας, όσο και το Μουσείο Παλαιόπολης.

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1917, οι Σύμμαχοι που αποβιβάστηκαν στην Κέρκυρα αξιοποίησαν την ηρεμία και την γαλήνη της περιοχής της Παλαιόπολης. Οι μεν Ιταλοί έστησαν αναρρωτήριο στο Κανόνι, ο δε Γάλλος Στρατηγός Jean de Mondésir χρησιμοποίησε την Βίλλα Καλαβρέτζου ως έδρα του. Τα στρατεύματα, όταν είχαν ευκαιρία, περιδιάβαιναν την γύρω περιοχή για αναψυχή φτάνοντας μέχρι το Κανόνι ("One Gun Battery" το είχαν ονομάσει από παλιά).


1652052503854.png
Κέρκυρα 1916, Ιταλοί στρατιώτες σε υπαίθριο αναρρωτήριο στο Κανόνι

1652006394245.png
1652006465580.png
1652005933014.png

Μάρτιος 1916, ο στρατηγός Jean Frederic de Modesir επικεφαλής της γαλλικής αποστολής στην Κέρκυρα στο γραφείο του στη βίλλα Καλαβρέτζου. Η Βίλλα Καλαβρέτζου. Χάρτης ανασκαφών της Παλαιόπολης του 1920 για τις εκσκαφές μέχρι το 1911.

Την ίδια επιλογή είχαν και όσοι περιηγητές έφτασαν στο νησί με τα κρουαζιερόπλοια την περίοδο του Μεσοπολέμου (εδώ γερμανοί τουρίστες κοντά στο Μον Ρεπό),



1652006948364.png

... που περπατούσαν μέχρι το Κανόνι θαυμάζοντας τις ομορφιές της φύσης και την όρθια ακόμη Παλαιοχριστιανική εκκλησία της Παλαιόπολης.

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έφερε πολλές ανασχέσεις μαζί με την καταστροφή της παλαιοχριστιανικής βασιλικής του Ιοβιανού. Με τη λήξη του όμως ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο για την χερσόνησο της Παλαιόπολης και την Κέρκυρα γενικότερα.



1651790827525.jpeg
Κέρκυρα περίπου 1960, το ξενοδοχείο ΞΕΝΙΑ στο Κανόνι

Το 1955 στο Κανόνι εγκαινιάζεται το ξενοδοχείο "Xenia" με το διάσημο αναψυκτήριό του για πιο οργανωμένη αναψυχή, αλλά η συνέχεια δεν ήταν τόσο ήπια και ρομαντική. Μεγάλο τμήμα του Υλλαϊκού λιμένα έπρεπε να προσχωθεί για να κατασκευαστεί το νέο αεροδρόμιο Κέρκυρας, χάνοντας ενδεχομένως σε αυτή τη διαδικασία αρχαίο υλικό που ίσως ήταν θαμμένο στις προσχώσεις της λιμνοθάλασσας. Τις τελευταίες δεκαετίες μια άναρχη δόμηση άρχισε να παρατηρείται, όπως άλλωστε σε όλο το νησί, αφαιρώντας ένα μεγάλο κομμάτι του φυσικού κάλλους της περιοχής. Τα αποτελέσματα των τελευταίων δεκαετιών απέχουν πολύ από το να θεωρηθεί ικανοποιητική η διαχείριση των φυσικών πόρων. Ξενοδοχειακά συγκροτήματα έχουν ανεγερθεί στοχεύοντας σε μια προσποιητή ευημερία, όταν το ζητούμενο για την περιοχή είναι η ανάδειξη και αξιοποίηση των αρχαίων παρακαταθηκών για το γενικό όφελος κι όχι το ατομικό συμφέρον.



1651790148140.jpeg
Χάρτης Αρχαίας Κέρκυρας

Ο πλούτος όμως της Παλαιόπολης παραμένει ακόμα εκεί και αναμένει την αξιοποίησή του. Ίσως πιο εχέφρονες και πιο ευαισθητοποιημένοι πολίτες καταφέρουν μια μέρα να αναδείξουν το ασύγκριτο κάλλος της περιοχής της Παλαιόπολης της Κέρκυρας.



1652008780339.png


1652008881616.png

theomet@otenet.gr


[1] ΣΠ. ΛΑΜΠΡΟΣ, ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ, ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΘΕΡΙΝΟΝ, ΤΟΝ ΜΑΡΤΥΡΑ, Κερκυραϊκά Ανέκδοτα, Αθήνα 1882, σελ. 11.
[2] ΣΠΥΡΟΣ ΑΣΩΝΙΤΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, Κέρκυρα, από τον Όμηρο ως σήμερα, Αθήνα 2002, σελ. 13.
[3] Θουκυδίδης, Ιστορίαι, Ι, 36.
[4] ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, Ηθικά, 291e-304.
[5] ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, Ιστορίαι, Ι, 25.
[6] ΚΕΡΚΥΡΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, επιμέλεια Θ. ΠΑΠΠΑΣ, Αθήνα 2000, σελ. 69.
[7] ΣΚΥΛΑΚΟΣ ΚΑΡΥΑΝΔΕΩΣ, Περίπλους τῆς θαλάσσης τῆς οἰκουμένης Εὐρώπης καὶ Ἀσίας καὶ Λιβύης, Παρίσι 1855, "Κατὰ δὲ Χαονίαν νῆσός ἐστι Κόρκυρα, καὶ πόλις Ἑλληνὶς ἐν αὐτῇ, λιμένας ἔχουσα τρεῖς κατὰ τὴν πόλιν· τούτων ὁ εἷς κλειστός".​
[8] ΚΕΡΚΥΡΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, επιμέλεια Θ. ΠΑΠΠΑΣ, Αθήνα 2000, σελ. 74.
[9] ΚΕΡΚΥΡΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, επιμέλεια Θ. ΠΑΠΠΑΣ, Αθήνα 2000, σελ. 79.
[10] ΚΕΡΚΥΡΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, επιμέλεια Θ. ΠΑΠΠΑΣ, Αθήνα 2000, σελ. 85.
[11] ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΠΡΕΚΑ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ, ΚΕΡΚΥΡΑ, ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΥΣΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ, Αθήνα 1994, σελ. 21.
[12] ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΠΡΕΚΑ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ, ΚΕΡΚΥΡΑ, ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΥΣΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ, Αθήνα 1994, σελ. 22.
[13] ΞΕΝΟΦΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΑ, 6, 2.6
[14] ΠΟΛΥΒΙΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΙ, ΙΙ, 11-12.
[15] ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΠΡΕΚΑ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ, ΚΕΡΚΥΡΑ, ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΥΣΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ, Αθήνα 1994, σελ. 24.
[16] ΓΙΑΝΝΗΣ Σ. ΠΙΕΡΗΣ, ΚΕΡΚΥΡΑ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ, Αθήνα 20019, σελ. 39.
[17] ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Ο ΝΑΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΙΑΣΩΝΑ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΥ ΕΝ ΚΕΡΚΥΡΑ, Αρχαιολογική Εφημερίς, 1934-35, σελ. 38.
[18] ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ, Κερκυραϊκά Χρονικά, τόμος XV, Κέρκυρα 1970, σελ. 151.
[19] ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ, Κερκυραϊκά Χρονικά, τόμος XV, Κέρκυρα 1970, σελ. 152.
[20] ENNIO CONCINA, Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ, Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ, Η ΠΟΛΗ, στον τόμο Κέρκυρα, Αστική ζωή και Αρχιτεκτονική 14ος-19ος αιώνας, Κέρκυρα 1994, σελ. 35.
[21] ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΥ ΒΡΟΚΙΝΗ, Η ΠΕΡΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΙΣΤ΄ΑΙΩΝΟΣ ΕΝ ΚΕΡΚΥΡΑ ΑΠΟΙΚΗΣΙΣ ΤΩΝ ΝΑΥΠΛΙΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΕΩΝ, Κερκυραϊκά Χρονικά, τόμος XVII, Κέρκυρα, 1973, σελ. 235-261.
[22] YVES BUYLE-BODIN, GUILLAUME HENRY DUFOUR ένας απόφοιτος της Πολυτεχνικής σχολής Παρισίων αποσπασμένος στην Κέρκυρα, στον τόμο: GUILLAUME HENRI DUFOUR, Τα χρόνια στην Κέρκυρα 1810-1814, Κέρκυρα 2017, σελ. 26.​
[23] QUENTIN HUGHES, THE DEFENCES OF CORFU, στο περιοδικό FORT No 14, 1986, σελ. 27-31.
[24] YVES BUYLE-BODIN, GUILLAUME HENRY DUFOUR ένας απόφοιτος της Πολυτεχνικής σχολής Παρισίων αποσπασμένος στην Κέρκυρα, στον τόμο: GUILLAUME HENRI DUFOUR, Τα χρόνια στην Κέρκυρα 1810-1814, Κέρκυρα 2017, σελ. 30.
[25] ΚΑΪΖΕΡ ΓΟΥΛΙΕΛΜΟΥ Β΄, ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ, (Μετάφραση Στέφανος Αγάθος), Βερολίνο & Λειψία 1924, σελ. 52-80.
 
Τελευταία επεξεργασία:
Νικόλαος Καμπάνης - Mentor

Νικόλαος Καμπάνης - Mentor

Μπλουζα Κάτω μέρος